Breaking News

Ζέα: μια υπετροφή των Αρχαίων Ελλήνων ή ένας νεοελληνικός διαδικτυακός μύθος?


diatrofi
Στο «Λεξικόν Ομηρικόν» του 1863, που αποτελεί μετάφραση του Δ. Ολυμπίου από γερμανική έκδοση του G. Autenrieth πιθανολογείται ότι η ζέα είναι η βρίζα, δηλαδή η σίκαλη. Ο Παναγιώτης Γεννάδιος στο «Λεξικόν Φυτολογικόν» του 1914 αναφέρει αρχικά ότι οι άλλοι συγγραφείς ερμηνεύοντας τους αρχαιότερους οδηγούνται στο συμπέρασμα ότι η ζέα συμπίπτει με το σιτάρι ντίνκελ/σπέλτα, ενώ η όλυρα με το μονόκοκκο σιτάρι ή τη σίκαλη. Ο ίδιος ερμηνεύοντας ιστορικές αναφορές των Θεοφράστου, Διοσκουρίδη, Ηροδότου και Στράβωνα, καταλήγει ότι η ζέα ταυτίζεται με τον σόργο (Sorghum sp.).
Άρα εδώ παρατηρούμε ότι εκτός από τη ζέα δεν υπάρχει συμφωνία ούτε για το τι ακριβώς ήταν τα όλυρα των αρχαίων Ελλήνων. Ο γεωπόνος Αλέξανδρος Λέτσας το 1957 στηριζόμενος στον Ηρόδοτο, ταυτίζει τη ζέα με την όλυρα και γράφει ότι είναι ένα από τα τέσσερα γένη δημητριακών που καλλιεργούσαν οι αρχαίοι Έλληνες. Τα άλλα τρία είναι ο σίτος, η κρίθη και ο κέγχρος. Γράφει επίσης ότι σύμφωνα με τον άγιο Ιερώνυμο (4ος αι. μ.Χ.) η ζέα είναι η όλυρα (T. spelta), της οποίας η καλλιέργεια εγκαταλείφθηκε όταν δημιουργήθηκαν καλύτερα αμυλώδη σιτάρια.
Η διατροφική αξία της ζέας
Δεδομένου ότι δεν ξέρουμε τι ακριβώς ήταν η ζέα, πώς μπορούμε να μιλάμε για το ποια είναι η διατροφική της αξία; Το όλο ζήτημα γίνεται ακόμα χειρότερο, αν σκεφτούμε το εξής: Τι στην πραγματικότητα είναι αυτό που μας πουλούν ως ζέα; Στα διάφορα ελληνικά ιστολόγια αλλού αναφέρεται η ζέα ως triticum dicoccum (δίκοκκο σιτάρι) και αλλού ως triticum spelta (ντίνκελ). Και τα δύο αυτά σιτηρά περιέχουν γλουτένη, επομένως αυτό που μας πουλάνε έχει γλουτένη και είναι βλαβερό για όσους έχουν πρόβλημα με κοιλιοκάκη. Στην ελληνική wikipedia υποστηρίζεται ότι η ζέα είναι το triticum spelta, δηλαδή το ντίνκελ. Η ελληνική wikipedia γράφει ότι η ζέα συγχέεται με το σιτηρό emmer (δίκοκκο σιτάρι), ένα παρόμοιο αλλά διαφορετικό είδος σίτου. Δεν νομίζω ότι ευσταθεί αυτή η άποψη. Το δίκοκκο σιτάρι στα αγγλικά ονομάζεται emmer wheat.
Μια ματιά στην αγγλική wikipedia, στο λήμμα emmer wheat με πείθει ότι η ζέα ήταν το δίκκοκο σιτάρι και όχι το ντίνκελ. Στην αγγλική wikipedia πληροφορούμαστε ότι το δίκοκκο σιτάρι είχε μια σημαντική θέση στην αρχαία Αίγυπτο, όπου ήταν το κύριο σιτηρό που καλλιεργείτο στους Φαραωνικούς χρόνους. Το δίκοκκο σιτάρι και το κριθάρι ήταν τα κύρια συστατικά στο αρχαίο αιγυπτιακό ψωμί και μπύρα. Αυτή η πληροφορία με πείθει ότι η ζέα ήταν το δίκοκκο σιταρι, αφού ο Ηρόδοτος έγραφε ότι η ζέα αποτελούσε το βασικό δημητριακό των Αιγυπτίων για την παρασκευή ψωμιού και σύμφωνα με τη wikipedia το δικοκκο σιτάρι ήταν το κύριο δημητριακό των αρχαίων Αιγυπτίων για την παρασκευή ψωμιού.
Η αγγλική wikipedia στο λήμμα spelt (ντίνκελ) αναφέρει ότι το ντίνκελ ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένο στην κεντρική Ευρώπη κατά τη διάρκεια της εποχής του ορείχαλκου (750-15 π.Χ.) και ότι έγινε κύριο είδος σιτηρού στη βόρεια Γερμανία και στην Ελβετία και ότι το 500 π.Χ. ήταν σε κοινή χρήση στη βόρεια Βρετανία. Άρα θεωρώ ότι το ντίνκελ καλλιεργείτο σε βόρειες περιοχές της Ευρώπης και όχι στη Μεσόγειο και άρα η ζέα ήταν το δίκοκκο σιτάρι που έτρωγαν οι αρχαίοι Αιγύπτιοι και οι αρχαίοι Έλληνες το χρησιμοποιούσαν ως ζωοτροφή. Άρα σωστά η αγγλική wikipedia στο λήμμα spelt γράφει: «Αναφορές καλλιέργειας του σιτηρού spelt (ντίνκελ) σε Βιβλικούς χρόνους, στην αρχαία Αίγυπτο, στη Μεσοποταμία και στην αρχαία Ελλάδα είναι εσφαλμένες και είναι αποτέλεσμα σύγχυσης με το σιτηρό emmer (δίκοκκο σιτάρι)».
Άρα στην Ελλάδα αυτό που πουλάνε ως ζέα θα είναι είτε ντίνκελ είτε δίκοκκο σιτάρι. Οι διαφορές τους σε θρεπτική αξία και φυτικές ίνες είναι ελάχιστη από το κοινό σιτάρι. Το ψωμί από αλεύρι ντίνκελ περιέχει παρόμοιο γλυκαιμικό δείκτη με το ψωμί που παρασκευάζεται από σιτάρι, όπως αποδείχθηκε στη μελέτη “Comparison of glycemic acid index of spelt and wheat bread in human volunteers” (Food Chemistry, issue 3, 2007). Δεν έχω βρει στοιχεία για τον γλυκαιμικό δείκτη ψωμιού παρασκευασμένου από δίκοκκο αλεύρι, αλλά πιθανότατα είναι παρόμοιος με αυτόν του σταρένιου ψωμιού. Το σταρένιο ψωμί είναι υψηλό σε γλυκαιμικό δείκτη, και μια δίαιτα σε υψηλό γλυκαιμικό δείκτη δημιουργεί πολλά προβλήματα υγείας (διαβήτη, παχυσαρκία, καρκίνο).
Το χειρότερο από όλα είναι ότι τόσο το δίκοκκο σιτάρι όσο και το ντίνκελ περιέχουν γλουτένη. Επομένως οι πωλητές ζέας παραπληροφορούν το καταναλωτικό κοινό λέγοντας ότι πουλάνε προϊόντα χωρίς γλουτένη. Αυτό μπορεί να θέσει σε κίνδυνο άτομα με κοιλιοκάκη, δηλαδή άτομα που έχουν δυσανεξία στη γλουτένη. Νεότερες όμως μελέτες έχουν δείξει ότι η γλουτένη δεν είναι βλαπτική μόνο για τα άτομα με κοιλιοκάκη, αλλά και για τον γενικό πληθυσμό.
Πέραν του ότι η γλουτένη μπορεί να φράξει και να ερεθίσει τον πεπτικό σωλήνα των ανθρώπων, μπορεί να καταστρέψει τον θυρεοειδή, να επιβαρύνει άτομα με ελκώδη κολίτιδα, να προκαλέσει φλεγμονή, που αποτελεί τη βασική αιτία για τις περισσότερες χρόνιες εκφυλιστικές ασθένειες και πολλά άλλα που δεν μπορούν να αναλυθούν στο παρόν άρθρο. Το καλαμπόκι, το ρύζι, το φαγόπυρο και το κινόα είναι δημητριακά που δεν περιέχουν γλουτένη, και επομένως είναι πιο υγιεινή επιλογή από την προσφάτως πολυδιαφημιζόμενη ζέα. -