Breaking News

Γρήγορη Ιστορία του Αγίου Όρους

agio-orros
Το Άγιο Όρος βρίσκεται στο τρίτο, ανατολικότερο πόδι της Χαλκιδικής στην Κεντρική Μακεδονία. Αποτελώντας το ίδιο μια μικρότερη χερσόνησο, το Άγιο Όρος μπαίνει στη θάλασσα του Αιγαίου για 50 χιλιόμετρα, ενώ το πλάτος του κυμαίνεται από 7 έως και 12 χιλιόμετρα. Η συνολική έκτασή του φτάνει τα 330 τετραγωνικά χιλιόμετρα. Ο ορεινός όγκος έχει απόκρυμνες πλαγιές με πυκνό δάσος φτάνοντας σε ύψος τα 2033 μέτρα. Η ψηλότερη κορυφή του έχει ένα χαρακτηριστικό κωνοειδές σχήμα.
Η ελληνική μυθολογία αφηγείται δύο διαφορετικές εκδοχές σχετικά με τη γέννηση του Αγίου Όρους. Και οι δύο έχουν να κάνουν με τις περίφημες ¨Γιγαντομαχίες», δηλαδή τη μάχη ανάμεσα στους «Γίγαντες» και τους Ολύμπιους θεούς. Σύμφωνα με την πρώτη εκδοχή, ο γίγαντας Άθως πέταξε ένα τεράστιο βράχο εναντίον του Ποσειδώνα, ο οποίος χωρίς να βρει στόχο έπεσε στο Αιγαίο και δημιούργησε τον Αθωνικό ορεινό όγκο. Στη δεύτερη εκδοχή, ο Ποσειδώνας χρησιμοποίησε το βουνό ως σημείο ταφής του ηττημένου γίγαντα. 
Στα αρχαία χρόνια, υπάρχουν πολλές αναφορές στο Άγιο Όρος σε κείμενα, όπως από τον Όμηρο στην Ιλιάδα, τον Ηρόδοτο, τον Στράβωνα (Έλληνα γεωγράφο) κα. Η χερσόνησος ήταν μέσα στην πορεία εισβολής του Ξέρξη Ι της Περσίας γύρω στο 438 πΧ, ενώ μετά το θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου ο αρχιτέκτονας Δεινοκράτης είχε προτείνει όλο το βουνό να λαξευτεί με τη μορφή του Αλέξανδρου. 
Τα χριστιανικά χρόνια είναι η περίοδος που άφησαν ανεξίτηλο το σημάδι τους στο Άγιο Όρος, μετατρέποντας την περιοχή σε ένα πνευματικό – θρησκευτικό κέντρο, στη μεγαλύτερη μοναστική κοινότητα της Ορθόδοξης Χριστιανοσύνης.
Λέγεται πως κατά τη διάρκεια του ταξιδιού της Παρθένου Μαρίας με τον Ιωάννη για να συναντήσουν τον Λάζαρο στην Κύπρο. μια καταιγίδα τους ανάγκασε να σταματήσουν στο Άγιο Όρος, στο σημείο όπου σήμερα βρίσκεται η Μονή Ιβήρων. Η Παναγία θαύμασε την ομορφιά του τόπου και ζήτησε από τον Θεό να της προσφέρει την Αθωνική Χερσόνησο ως δώρο. Μια φωνή απάντησε «ας  γίνει αυτός ο τόπος η κληρονομιά και ο κήπος σου, ένας παράδεισος και ένα καταφύγιο σωτηρίας για όσους αναζητούν τη σωτηρία». Από τότε, το Άγιο Όρος είναι γνωστό και ως «Περιβόλι της Παναγίας», όπου ισχύει το «Άβατον» και δεν επιτρέπεται η είσοδος στις γυναίκες και τα παιδιά.
Ο ακριβής χρόνος κατά τον οποίο οι πρώτοι ασκητές μοναχοί πήγαν στο Άγιο Όρος εκτιμάται ότι είναι ο 3ος – 4ος αιώνας μΧ. Περισσότερα στοιχεία ξεκινάμε να έχουμε μετά την ισλαμική κατάληψη της Αιγύπτου (7ος αι,) όταν και πολλοί ορθόδοξοι μοναχοί της Αιγύπτου ξεκίνησαν για καινούριους τόπους, ανάμεσα στους οποίους και το Άγιο Όρος. Στη βιογραφία του, ο Άγιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης γράφει για τους μοναχούς ότι «…έκτιζαν ξύλινες καλύβες με αχυρένιες στέγες… και μαζεύοντας καρπούς από τα άγρια δέντρα κατάφερναν να βρίσκουν την τροφή τους…» Κατά τη διάρκεια των επόμενων αιώνων, η Αθωνική κοινότητα πέρασε μέσα από περιόδους ευημερίας αλλά και εντάσεων.
 Από το 1926, το Άγιο Όρος αποτελεί αυτοδιοίκητο τμήμα του ελληνικού κράτους.
Αποτελείται από 20 Μονές, 12 Σκήτες και 700 Κελιά, ενώ ο πληθυσμός του πλησιάζει τους 1000 μοναχούς. Η είσοδος επιτρέπεται μόνο με την έκδοση του «Διαμονητηρίου», μιας ειδικής άδειας που εκδίδεται από τα γραφεία προσκυνητών της Ιεράς Επιστασίας στη Θεσσαλονίκη και την Ουρανούπολη Χαλκιδικής. Η μεταφορά στο Άγιο Όρος γίνεται μόνο με πλοιάριο.
Από το 1988, το Άγιο Όρος συγκαταλέγεται ανάμεσα στα Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO λόγω της μοναδικής αξίας του σε παγκόσμιο επίπεδο. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στο σχετικό ιστότοπο της UNESCO, πρόκειται για έναν «τεράστιο πλούτο ιστορικής, καλλιτεχνικής και πολιτιστικής κληρονομιάς που διαφυλάσσεται από μια μοναστική κοινότητα για 12 αιώνες και που αποτελεί ένα ζωντανό αρχείο δραστηριοτήτων. Παράλληλα, ο τόπος διατηρεί πλούσια χλωρίδα και πανίδα χάρη στην προσεκτική διαχείριση των δασών και την εφαρμογή παραδοσιακών γεωργικών πρακτικών. Λόγω του πλούτου της πανίδας της περιοχής, η χερσόνησος του Άθω είναι μέλος του  Ευρωπαϊκού Δικτύου NATURA 2000.
Οι ρίζες της αμπελοκαλλιέργειας στο Άγιο Όρος βρίσκονται στην αρχαιότητα, όπως περιγράφεται και σε αρχαία κείμενα. Κατά τη διάρκεια της ζωής της μοναστικής κοινότητας, το γεγονός ότι σχεδόν κάθε μονή έχει δικό της χώρο οινοποίησης καταδεικνύει τη σημασία της δραστηριότητας. Η παραγωγή κρασιού ανά μονή ανερχόταν σε 8-10 τόνους ετησίως.
Την ίδια στιγμή, το Άγιο Όρος υπήρξε φυτώριο καλλιέργειας γηγενών ποικιλιών, όπως το Λημνιό, το Φωκιανό, ο Ροδίτης, το Μοσχάτο Αλεξανδρείας. Πέρα από τα δυνατά ερυθρά κρασιά, οι μοναχοί παρήγαγαν επιδόρπια κρασιά από λιαστά σταφύλια και ενισχυμένα κρασιά (οίνοι λικέρ), που τα πρόσφεραν σε ειδικές περιπτώσεις και σημαντικές γιορτές της Ορθοδοξίας.
Είναι αξιοσημείωτο ότι το «εμπόριο κρασιού» αποτελούσε ειδική ενότητα στο Α’ Τυπικό του Αγίου Όρους -γνωστό και ως «Τράγος» επειδή έχει χρησιμοποιηθεί δέρμα τράγου-, το ιστορικότερο κείμενο που έχει υπογραφεί το 972 μΧ από τον αυτοκράτορα του Βυζαντίου Ιωάννη Τσιμισκή και τον Άγιο Αθανάσιο τον Αθωνίτη. Το Τυπικό ρύθμιζε τη λειτουργία και τις αρμοδιότητες της κεντρικής διοικήσεως του Αγίου Όρους, οριοθετούσε τις σχέσεις τους με τους μοναχούς και προσδιορίζει τις σχέσεις μεταξύ των διάφορων κατηγοριών μοναχών. Ο Κανόνας 15 αφορούσε το κρασί καθώς «είχαν ζητηθεί οδηγίες για το θέμα«. Σύμφωνα με το σχετικό κανονισμό, η πώληση κρασιού εκτός των ορίων του Αγίου Όρους (πέρα από τα όρια του ποταμού Ζυγού) απαγορευόταν. Παρά ταύτα, επιτρεπόταν η πώληση οίνου σε κοσμικούς που επισκέπτονταν τον Άθω  ώστε οι μοναχοί σε ένδεια να έχουν τα απαραίτητα για τη διαβίωση.